φράσσει

φράσσει
φράσσω
fence in
pres ind mp 2nd sg
φράσσω
fence in
pres ind act 3rd sg
φράζω
point out
aor subj act 3rd sg (epic)
φράζω
point out
fut ind mid 2nd sg (epic)
φράζω
point out
fut ind act 3rd sg (epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • κίνηση Χάιμλιχ — (Heimlich). Επείγουσα διαδικασία για να εκβληθεί ένα ξένο σώμα το οποίο φράσσει την αναπνευστική οδό ενός ατόμου και να αποκατασταθεί η αναπνοή. Η κίνηση προκαλεί τεχνητό βήχα, με την οποία ο παθών μπορεί να αποβάλει το αντικείμενο που φράσσει… …   Dictionary of Greek

  • βάρος — Η δύναμη με την οποία η Γη έλκει προς αυτή τα σώματα. Το β. προέρχεται από τη δύναμη της παγκόσμιας έλξης που ασκείται μεταξύ της Γης και ενός σώματος. Έτσι και η Γη υφίσταται μια έλξη από μέρους του σώματος, ίση και αντίθετη από αυτή που ασκεί η …   Dictionary of Greek

  • κοιλάδα — Επιμήκης ύφεση της γήινης επιφάνειας μεταξύ δύο πλαγιών, μέσα στην οποία αποτίθενται συνήθως προσχώσεις ποικίλου πάχους. Στο βύθισμα αυτό, που μπορεί να έχει γραμμική διάταξη ή να είναι μια επίπεδη λωρίδα ευρύτερη ή στενότερη, ρέει συνήθως ένα… …   Dictionary of Greek

  • Μοσχονήσια — (τουρκ. Alibey Adalari). Συστάδα μικρών νησιών ΝΔ του Αδραμυττινού κόλπου. Το μεγαλύτερο από αυτά τα νησιά, που ονομάζεται Μοσχόνησος ή Μόσχος (τουρκ. Alibey Adasi), φράσσει στο βόρειο τμήμα τον κόλπο των Κυδωνιών (Αϊβαλί), μετατρέποντάς τον σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”